Τρίτη 24 Ιουνίου 2014

Σκληρό κι επίπονο

Στο είπα πως με υπεκφυγές, "δεν ξέρω το γιατί"
και με όποιου είδους αόριστο σκεπτικό
γίνεσαι έρμαιο και σπέρμα σε ειδεχθή τοκετό.

Η συνείδηση σου αιμορραγεί- αν υπάρχει
μια ασυγκρότητη υπόσταση
αφύλακτο οχυρό.

Σε έναν κόσμο με αρκετό πόλεμο
είναι άκρως αυτοκαταστροφικό.

Υπάλληλος κι αφεντικό,
υπάκουος κι αρπακτικό.
Ατομικός συλλογισμός
σε συλλογικό ατομικισμό,
λίγο ακόμα και είμαι για εμετό.
Υπήκοε, το βασιλιά σου πότισε με αρσενικό!

Δεν υπάρχει έτοιμο αντίδοτο
δεν είναι οικόπεδο- πρώην δάσος καμένο
Μια μάχη είναι δίχως επίλογο
δώσε χώρο στον αντίλογο.
Δεν είναι δύσκολο να ενωθούνε τα σπασμένα
στο διπλανό περίπτερο έχει logo
μα αν ήταν έτσι εύκολο θα ήταν όλα ήδη φτιαγμένα.

Κι αφού διαφεντεύει το παράλογο
τον λόγο σου όρθωσε και για όπλο κράτα ένα πιάνο
πάνω του κάλπαζε σαν άλογο
και αν χρειαστείς πανό, φανό ή σανό
παίξε τη μελωδία σου και κάνε μου σινιάλο.

Κυνήγα το άχτι σου
με τρόπο δοτικό.
Μην κάνεις την πάπια
το φορτίο είναι κοινό.
Κόντρα στο κενό.
Χαμογέλα, είναι μεταδοτικό.

Ποιος είναι ο Θεός σου?
Ποιόν έχεις φυλαχτό?
Ποιόν κουβαλάς στις πλάτες σου?
Ποιόν θα έφτυνες στο λεπτό?

Ποιος είναι ο αφέντης σου?
Που γέρνει το σωστό?
Ποιος τρέχει για πάρτη σου?
Που να βρω ένα κελί χρωματιστό να μπω?

Όσο ρωτάω, τόσο παγώνεις
κι όσο δεν έχεις απαντήσεις
δεν έχεις τσαγανό.

Έχεις διαλέξει πάλι το εύκολο,
το ευρέως διαδεδομένο ανέμελο ανεύθυνο,
όχι το αυθεντικό ανέφικτο
γι αυτό δεν έχεις θέση στο δικό μου οίκτο.
Είναι αντίκτυπο
δεν είναι αντίποινο
μα ναι,
σκληρό κι επίπονο,
γι αυτό κι αληθινό.


Καραμελωμένο πικρό συνήθειο
κι αυτό είναι το επιμύθιο.

Κυριακή 8 Ιουνίου 2014

Κυριακάτικο - Πως να το πω
















Αφήνεις τον εγωισμό σου να σε σκοτώσει
ακόμα και την τελευταία στιγμή
ενώ ξέρεις πως όλα έχουν χαθεί
ίσως γι αυτό.
Τα ψέμματα έχουν τελειώσει
πετάω στα σύννεφα με χίλια
νιώθω τη επερχόμενη πτώση
μια τόσο δα λεπτή κλωστή
Σε θέλω όταν δε σε έχω
σε διώχνω όταν σε έχω
για να μου ξαναλείψεις
χο χο χο!
Χωρισμένοι και οι δυο
μαζί κοιμόμαστε στο λεπτό
κι ας είναι ψιλοτάβανο
δε χωράει άλλο από μένα αφεντικό.

Στα γράφω τώρα γιατί δεν πρόλαβα η δεν είχα τα κότσια να στα πω απο κοντά, αφεντικο.

Γουστάρεις να το ζεις και λίγο διαφορετικό
δικό σου θέμα αυτό
για τα ένστικτα ελευθερίας σου δεν σε κατηγορώ
θα ήταν παλαβό
μα όχι και εμένα να χεις σκλάβο

Στα δόντια σου τρίζει το σ' αγαπώ
ξεχυλίζει απ' το αφρισμένο σου το στόμα σαν οργή
αφηνιασμένη στη ματιά δε σε χωράει η γη.

Σαν το διάολο δεν κάνεις ούτε βήμα πίσω
δεν υπάρχει αντίο να σου ζωγραφίσω
κράτα το για φιναλιστικό λάβαρο
να πω έτσι πως κατάφερα κι εγώ έστω κάτι μικρό να σου αφήσω.

Η κάμαρα στραμμένη πάνω μου
και η κάμερα σπασμένη παντού
πολλές κρυφές γωνίες ανεξιχνίαστες μένουν
που κι αν τις δεις την αντίληψη σου ίσως διευρύνουν
μα τα ξεχνάς όταν τον εγωισμό σου ευθέως χτυπούν κι επιμένουν
αυτόν που σα ντουβάρι έπεσε να σε πλακώσει
αυτόν που δεν κατάφερε κανείς ποτέ του να φιμώσει
να δαμασει
να λυτρωσει

Κι ο φασισμός από εκεί πηγάζει
για να επιβιώσει
το εγώ σου απαιτεί να εδραιωθεί
απ' τα μικρότερα τρέφεται
το αίμα βράζει κι ο λόφος καίγεται.