Είναι αλλόκοτο αυτό το μεσημέρι
Η ζέστη παγώνει, ο ήλιος σκοτεινιάζει
Μόνο μια σιωπή φτάνει στα χείλη μου
Από εκείνες τις νωπές, που βράζουν το ξημέρωμα
Στις νοτισμένες αμμουδιές, στα βότσαλα τα ξέμπαρκα
Μόνο μια σιωπή στάζει απ’ τα χείλη μου
Και μου δίνει καταφύγιο, να φυλακίσω ένα φως
Που τρεμοπαίζει πάνω στο χαρτί και γίνεται λέξεις
Είναι το γέλιο σου, και η φυγή που δε μπορείς ν’ αντέξεις
Μόνο ένας ήχος φτάνει στ’ αυτιά μου
Είναι ο ψίθυρος από εκείνο το χάραμα το παγωμένο
Που έσπασε το βουβό κρεβάτι και ξέσπασε στο μαξιλάρι μου
Μόνο ένας ήχος μου θυμίζει ότι ζω
Είναι η ανάσα σου, που σε ρυθμό βηματισμού
Με κάνει πιόνι στην σκακιέρα σου την καρό
Και μ’ έναν ίλιγγο μεθυσμένο με στήνει στην άκρη του γκρεμού
Είναι αλλιώτικο αυτό το μεσημέρι
Δε μοιάζει με τ’ άλλα, ετούτο με ζαλίζει
Μόνο μια σκέψη με κερδίζει αληθινά
Είναι τα ταξίδια του νου στα βουνά τα ξέσκεπα
Που λεν’ ότι είναι τόσο ψηλά ν’ αγγίζουν τον Θεό
Μόνο μια σκέψη με τρομάζει αληθινά
Να μην ξυπνήσω μες στο χάραμα απότομα
Και δω τη μεγαλύτερη σκοτεινιά να με τυλίγει
Γιατί λεν’ ότι το πιο μεγάλο σκότος είναι πριν χαράξει
Μόνο μια μυρωδιά με μεθάει και μ’ ανεβάζει
Είναι το γιασεμί που σαπίζει σε γλάστρα απότιστη
Να μου θυμίζει όνειρα σ’ αποκλεισμένα ξερονήσια
Μόνο μια μυρωδιά μου τη σπάει και με τσαντίζει
Είναι της θάλασσας που μου θυμίζει ταξίδια μακρινά
Που ποτέ δεν έκανα και δε θα κάνω, γιατί είμαι εδώ
Να φυλακίζω σε κορμί αλλοπαρμένες σκέψεις που μου θυμίζουν πώς να ζω