Παρασκευή 20 Απριλίου 2012

ΚΑΤΟΙΚΙΑ ΣΤΗΝ ΕΞΟΡΙΑ

   Είναι τόσο δύσκολο μέσα σε λίγες γραμμές να καταφέρει κανείς να δώσει την πλήρη περιγραφή ενός τόσο έντονου, αποπνικτικού και άλλοτε ευχάριστου συναισθήματος, όπως  της μοναξιάς. Χρόνια ταλανίζει τα μυαλά των ποιητών και των συγγραφέων, η εύρεση λέξεων για την περιγραφή της και παρόλο που έχουν δημιουργηθεί  πολλές λέξεις, όμορφες και λόγιες είναι άξιες να δώσουν μονάχα μια στάλα αλήθειας, για το  τι  πραγματικά μπορεί να νιώθει κάποιος, που έχει γίνει ο καλύτερος φίλος της μοναξιάς. Η δυσκολία της περιγραφής της ενάγεται κυρίως στο γεγονός, ότι δεν είναι απλά ένα συναίσθημα αλλά ένα σύμπλεγμα συναισθημάτων, που συνεχώς εναλλάσσονται. Για παράδειγμα μπορεί την μια να κλαίς και την άλλη να γελάς με την ίδια ακριβώς κατάσταση ή την μία να λυπάσαι τον εαυτό σου και να τον σιχαίνεσαι και την άλλη να είσαι περήφανος, που μπορεί και μόνος του να επιβιώνει, ελεύθερος από τις συμβατικές ανθρώπινες δεσμεύσεις. 

  Άλλο ένα ξεχωριστό χαρακτηριστικό, που έχει η μοναξιά είναι ότι σου δίνει το κλειδί για να ανακαλύψεις την αλήθεια, που κανείς δεν μπορεί να απαρνηθεί, όταν έρχεται αντιμέτωπος με  τους φόβους και τα πάθη, που απελπισμένα προσπαθεί να αποφύγει, διότι όταν ανοίγεις αυτή την πόρτα καλείσαι να αντιμετωπίσεις αυτό από το οποίο στην ουσία κρύβεσαι τόσο καιρό, τον ίδιο σου τον εαυτό. Μια συνάντηση αμοιβαία και τόσο τρομακτική, που δεν μπορείς να αποτρέψεις παρά μόνο να αντιμετωπίσεις. Βρίσκεσαι στην ουσία κλεισμένος σε ένα δωμάτιο με καθρέφτες, δίχως να έχεις την δυνατότητα να δεις κάτι άλλο πέρα από τον εαυτό σου. Εκεί είσαι μόνος και η έλλειψη επικοινωνίας και δραστηριοτήτων σου φέρνει οκνηρία και η οκνηρία, ακινητοποίηση με αποτέλεσμα να νιώθεις κυριολεκτικά ανάπηρος μπροστά στις πιο σκοτεινές σου σκέψεις. Ο χρόνος σε προσπερνάει και εσύ τον απαξιώνεις με ένα αδιάφορο βλέμμα παίρνοντας αποφάσεις, που την ίδια στιγμή μπορεί να έχεις μετανιώσει, νιώθοντας ανίκανος πολλές φορές να κάνεις το οτιδήποτε σαν να σου έχουν ρουφήξει όλη την ενέργεια και την διάθεση για ζωή. Η καθημερινότητα σου επαναλαμβάνεται και οι εκφράσεις του προσώπου σου αρχίζουν να χάνουν την ποικιλία τους και το χρώμα της ζωής σου γίνεται θαμπό και μονότονο. Νιώθεις μόνος την ίδια στιγμή, που μπορεί να βρίσκεσαι σε ένα χώρο με άλλα πενήντα άτομα. Η πραγματικότητα σου δεν σου αρκεί και αγανακτείς, κρίσης απελπισίας σε πιάνουν ανά διαστήματα και μετά ξανά βυθίζεσαι στην ρουτίνα σου για να μην σκέφτεσαι και συνεπώς να μην αισθάνεσαι. Η απώλεια, η ανασφάλεια, οι φόβοι σου καταφέρνουν να σε κρατάνε έρμαιο μιας άλλης πραγματικότητας αυτής, που εσύ δημιουργείς μέσα στα τείχη, που ο ίδιος έχεις υψώσει είτε από επιλογή, είτε από εξαναγκασμό. 

  Το περίεργο είναι...