Παρασκευή 17 Απριλίου 2015

Το δαιμόνιο




Έχω μέσα μου ένα ανικανοποίητο δαιμόνιο,
ένα κομμάτι διψασμένο που κάτι πάντα του λείπει,
μια πείνα για ζωή και μια κρυφή ευχή,
ένα σίγουρο και ανομολόγητο γιατί.
Ένα σαράκι που βασανίζει τα σωθικά μου,
μια επιθυμία που μετράει τα βήματά μου,
κάτι που θέλω να σκεφτώ και να κάνω,
να νιώσω, να αισθανθώ πριν πεθάνω,
μια σκέψη μια πράξη μια παρόρμηση άτολμη.
Κυλάει στις φλέβες μου και χρωματίζει τις εκφράσεις μου,
μου μιλάει στις πιο μοναχικές στιγμές μου,
παίρνει τις φάτσες των γύρων μου, όταν συναναστρέφομαι με άλλους,
τις αλλάζει, τις παραμορφώνει, τις σμπαραλιάζει, πριν τις ομορφύνει,
πριν γεννήσει αυτό που ποθώ να δω.
Πριν το στερημένο μυαλό μου σχηματίσει το σύμπαν που θέλει να ζει.
Πριν η φαντασία μου γίνει η πραγματικότητά μου.
Σ΄ ένα μεταίχμιο ισορροπίας το νιώθω να παίζει στη γλώσσα μου.
Να θέλει κάτι να πει για μένα. Να αλλάξει λίγο τον κόσμο.
Ένα ανικανοποίητο κακό δαιμόνιο, με κρατάει δέσμιό του
και το φυλάω σαν κόρη οφθαλμού.
Ίσως αν λίγη απ' την περιέργειά του χάσω να χάσω την νεότητά μου,
να χάσω τη ζωή μου, να χάσω την ικανότητα μου να δώσω κάτι στον κόσμο.

Και με πνίγει, με δένει, με φυλακίζει, με στηρίζει στη μιζέρια μου,
μου δίνει πάτημα να αισθάνομαι ξεχωριστός, με γειώνει, με εξυψώνει στα μάτια μου,
μου θυμίζει ποιος είμαι, με κάνει να με κοιτάω χαμηλά και να προσγειώνομαι.
Είναι η ματαιότητα, μια απλή φωτογραφία της πραγματικότητας, χωρίς το ρετουσάρισμα
της συνείδησης που πάντα θέλει να επιβιώνεις και λειαίνει τις εικόνες σου για να τις αντέξεις.
Είναι το τώρα σου, χωρίς την νοσταλγία του χθες και την ελπίδα του αύριο.
Είναι ο ρεαλισμός σαν ατόφιο κομμάτι της ψυχής σου.
Ένα ακούραστο και ατάραχο δαιμόνιο.

Ηρεμία; Ποια ηρεμία; Δε σου προσφέρει ηρεμία. Δε σου επιτρέπει ηρεμία.
Μόνο ανησυχία. Μόνο διαρκή χαώδη ανησυχία.
Με ορισμένα όμως ανεκτίμητα διαστήματα απόλυτης επίγνωσης.
Τι γνωρίζεις, τι αγαπάς, τι νιώθεις, για τι θα πεθάνεις και γιατί θα ζήσεις.
Το δαιμόνιο έχει τις απαντήσεις.
Και σε πνίγει, σε γονατίζει, σε αναγκάζει, σε εξαναγκάζει και σε ψυχαναγκάζει,
αλλά σε ξεδιψά με απαντήσεις.

Χωρίς αυτό μα πως θα ζήσεις;
Γιατί να ξυπνήσεις, γιατί να κουραστείς, γιατί να ζήσεις;
Γιατί να μην είσαι ζώο, αν δεν προτίθεσαι να πληρώσεις το τίμημα;
Λέγεται επίγνωση και θα τρώει τα σωθικά σου μέχρι να σβήσεις, μέχρι να πάψεις.

Έχεις ένα μόνιμο δαιμόνιο, να χαλάει τις στιγμές σου.
Να τις απομυθοποιεί, να τις γειώνει, να τις ανυψώνει, να τις εξυμνεί, να τις εξαπατά,
να τις διαμορφώνει, να τις αποπροσανατολίζει, να τις αναλύει και να τις εξηγεί.
Να τις ζει αλλά όχι για πολύ.
Να τις επιβλέπει, να τις σαρκάζει, να τις καταγράφει και να τις επεξεργάζεται.
Να τις μαγειρεύει και να στις ταϊζει σαν ανάμνηση, κρίση και γνώση.

Ένα μόνιμο ακανθώδες  δαιμόνιο, να μας περιγελά και να μας πορώνει.
Να μας γονατίζει και να μας ψωνίζει.
Ένα μικρό ανύσηχο σκουλήκι να χαϊδεύει την ψυχή μας και να μπασταρδεύει το μυαλό μας
με εικόνες, τόσες ώστε ποτέ να μην είσαι σίγουρος για τίποτα, μέχρις όταν αισθανθείς σίγουρος
πως τίποτα δεν ξέρεις. Και τότε το δαιμόνιο θα σου δώσει την απάντηση.
Αφού σε έχει περιγελάσει.
Αφού σε έχει απομυθοποιήσει.
Αφού σε έχει κάνει να νιώσεις αυτό που γνωρίζεις ότι είσαι.
Ένα ζώο με αίσθηση.

Και το δαιμόνιο πάντα θα χορεύει μέσα σου και οι φιγούρες του θα ναι ζοφερές αμφιβολίες
και πάντα για σένα όλα θα ναι λάθος και όλα σωστά.
Και οι στιγμές επίγνωσης θα είναι οι ανάσες που θα σου δίνει το δαιμόνιο σε σανίδες, σε μια θάλασσα
μεστωμένη από "γιατί" και "πώς".
Και θα αποφασίζεις και θα ζεις από αυτές τις σανίδες.
Και αν τις αγνοήσεις θα καταλήξεις να πνίγεσαι και να θαλασσοδέρνεσαι στους ωκεανούς των αιώνων, της άκριτης κρίσης και του ανούσιου.

Και θα 'χεις πάντα την επιλογή να ζήσεις στους βυθούς.
Σαν θλιβερό πλάσμα των βυθών, σαν ζώο, χωρίς επίγνωση της ύπαρξής του,
να τρως, να διασκεδάζεις, να δικαιολογείς, να μην κατακρίνεις, να μην επικρίνεις, να μη δημιουργείς, να γαμάς και να χάνεσαι, έρμαιο των ρευμάτων
και των ενστίκτων σου.
Ίδιος με πέτρα του βυθού χωρίς μόνον και μόλις ογδόντα χρόνια στασιμότητας, αν σβήσεις το δαιμόνιο.
Αν το σιγάσεις μέσα σου.

Το δαιμόνιο σε πάει στην επιφάνεια.
Νιώθεις φουρτούνες, τις αντιλαμβάνεσαι, σε πονάνε και σε πνίγουνε γιατί το δαιμόνιο σε δρεπέτευσε από την στασιμότητα του βυθού και σε φερε στην επιφάνεια.

Το δαιμόνιο, αυτό που σε τρώει και σε βασανίζει, που σε κάνει να αναρωτιέσαι για τα πάντα,
να θέλεις να δώσεις πολλές φορές ένα τέρμα, να πνίγεσαι και να ζητάς διέξοδο,
το ίδιο αυτό δαιμόνιο σε κερνά μικρές γουλιές ζωή.
Είναι το εμβόλιο της ασθένειας της ζωής.
Το δαιμόνιο κατατρώει τα σώθικά σου και σε κάνει να ανέχεσαι και να αγαπάς τη ζωή.
Να την αντέχεις αφού πρώτα την αντιληφθείς.
Να αγκαλιάζεις και να ζεις τη ζωή όπως της αξίζει.
Όπως σου αξίζει.
Μην το πνίγεις, μην το ξεχνάς.
μην το σιωπάς.
Μην γερνάς.
Αγκάλιασέ το.